ναρκυλένιο

ναρκυλένιο
το
(φαρμ.) ονομασία τού καθαρού ακετυλενίου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα ως αναισθητικό, αλλά εγκαταλείφθηκε εξαιτίας τών κινδύνων εκρήξεων, επειδή σε επαφή με τον αέρα σχηματίζει εκρηκτικά μίγματα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”